GR4320006 - Βορειοανατολικό άκρο Κρήτης: Διονυσάδες, Ελάσα και χερσόνησος Σίδερο (Άκρα Μαύρο Μούρι - Βάι - άκρα Πλάκας) και θαλάσσια ζώνη

Κωδικός
GR4320006
Τύπος
SCI
Ημερομηνία πρώτης συλλογής δεδομένων
01/04/1995
Ημερομηνία πρότασης ως SCI
01/08/1996
Ημερομηνία επιβεβαίωσης περιοχής ως SCI
01/09/2006
Ημερομηνία καθορισμού ως SAC
01/03/2011
Εθνική νομική αναφορά του καθορισμού της περιοχής ως SAC
Law 3937/29-3-11 (OJ 60 A)
01/05/2009

Χάρτης

Ποιότητα

Η περιοχή περιλαμβάνει τις ανατολικότερες περιοχές της Κρήτης, τη χερσόνησο Σίδερο, το φοινικόδασος του Βάι, τους παράκτιους υγροτόπους του Παλαίκαστρου και τις κοντινές νησίδες Διονυσάδες, Ελάσα και Γράντες. Οι Διονυσάδες είναι ένα σύμπλεγμα τεσσάρων νησιών (Γιανυσάδα, Δραγονάδα, Παξιμάδα και Πρασονήσι) στα βόρεια της Σητείας. Η Δραγονάδα είναι το μεγαλύτερο από αυτά.
Γεωλογικά, η περιοχή συνίσταται από ασβεστόλιθους και δολομίτες του ανώτερου Κρητιδικού, ασβεστόλιθους του Περμίου, φυλλίτες, νεογενείς και αλλουβιακές αποθέσεις. Στη μεγαλύτερη νησίδα Δραγονάδα, όπως επίσης και στην απέναντι κρητική ακτή, η ακτογραμμή χαρακτηρίζεται από θαλάσσιους γκρεμούς. Στην ανατολική παράκτια ζώνη εντοπίζονται πολλές αμμοθίνες, κυρίως μεταξύ του φοινικοδάσους και του Παλαίκαστρου, στον κόλπο Γράντες.
Αυτό το μέρος της Κρήτης είναι το πιο ξηρό της Ελλάδας. Σχεδόν όλοι οι χείμαρροι και τα ρέματα είναι ξερά κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού.
Ο μεγαλύτερος οικισμός στην περιοχή είναι το Παλαίκαστρο, με τους κατοίκους να ασχολούνται κυρίως με τον πρωτογενή τομέα και τον τουρισμό. Το φοινικόδασος του Βάι είναι περιφραγμένο και το επισκέπτονται τουρίστες. Στην άκρη της χερσονήσου Σίδερο υπάρχει στρατιωτική βάση. Οι νησίδες-δορυφόροι είναι ακατοίκητες. Γενικότερα, η περιοχή φιλοξενεί σημαντικά αρχαιολογικά και παλαιοντολογικά ευρήματα.
Η πολυπλοκότητα της περιοχής απαιτεί ιδιαίτερη αντιμετώπιση. Στα νησιά Διονυσάδες και Ελάσα το θαλάσσιο περιβάλλον απειλείται λόγω της παράνομης αλιείας, ενώ το χερσαίο τμήμα τους είναι τρωτό λόγω της βόσκησης. Στη χερσόνησο Σίδερο οι αμμώδεις παραλίες είναι οι πρώτες περιοχές στις οποίες αναπτύσσονται τουριστικές δραστηριότητες, με αποτέλεσμα οι αμμοθίνες στη χέρσο και τα λιβάδια ποσειδωνίας στη θάλασσα να απειλούνται.
Με την παρουσία της εκτεταμένης αμμώδους παραλίας μπροστά από το φοινικόδασος, το δάσος θα μπορούσε να επηρεαστεί αρνητικά και σοβαρά από μελλοντικές ανθρώπινες επιδράσεις. Πιθανοί κίνδυνοι είναι οι ακόλουθοι: 1) υπεράντληση υπόγειων υδάτων για άρδευση, και 2) παρουσία του εισηγμένου συγγενικού είδους Phoenix dactylifera, καθώς τα δύο αυτά είδη υβριδίζουν. Σε άλλες απειλές περιλαμβάνονται το παράνομο κυνήγι, η χωρίς περιορισμό τουριστική ανάπτυξη και η εντατικοποίηση της γεωργίας. Σε όλη την περιοχή σημειώνεται υπερβόσκηση, η οποία δρα αρνητικά όχι μόνο στη βλάστηση, αλλά και στην ποιότητα του εδάφους, με πιθανότητες ερημοποίησης σε μερικά σημεία. Η βόσκηση πολύ συχνά ακολουθείται από φωτιά, η οποία αποτελεί ένα ακόμη πρόβλημα για όλη την περιοχή. Οι ανθρώπινες δραστηριότητες, όπως το κυνήγι, η κατασκήνωση και η αλιεία, πολύ συχνά είναι παράνομες, είτε σε σχέση με την τοποθεσία είτε σε σχέση με την εποχή κατά την οποία λαμβάνουν χώρα.

Άλλα χαρακτηριστικά

Η περιοχή έχει ιδιαίτερη οικολογική και αισθητική αξία, δεδομένου ότι περιλαμβάνει οικοτόπους προτεραιότητας, περιοχές σημαντικές για τα πουλιά, και τόπους εθνικής και ευρωπαϊκής σημασίας. Στο σύμπλεγμα των Διονυσάδων η βλάστηση είναι φρυγανική και μακκία, ενώ κοντά στην ακτή υπάρχουν αλόφυτα.
Ο φοίνικας του Θεόφραστου (Phoenix theophrasti) βρίσκει στο Βάι πρόσφορο έδαφος (υψηλές μέσες ετήσιες θερμοκρασίες και πολύ νερό), ώστε να καταφέρει να σχηματίσει ένα πραγματικό δάσος, το μοναδικό στην Ευρώπη. Προς την παραλία, οι φοίνικες συνοδεύονται από πολύ αραιή βλάστηση αμμοθινών, ενώ στο εσωτερικό της κοιλάδας υπάρχει κάλυψη με Juncus sp. Περιμετρικά του δάσους το περιβάλλον είναι πιο ξηρό, με φρυγανική βλάστηση (Coridothymus capitatus, Genista acanthoclada, κ.ά.).
Γενικότερα, η περιοχή παρουσιάζει πολύ πλούσια χλωρίδα, στην οποία περιλαμβάνονται περίπου 550 φυτικά είδη, μεταξύ των οποίων τα 16 είναι ενδημικά της Κρήτης, τα 14 ενδημικά της Κρήτης και του νησιωτικού συγκροτήματος Κάσου-Καρπάθου, τα 21 ενδημικά Κρήτης και Αιγαίου, 2 στενοενδημικά, 2 σχεδόν στενοενδημικά, και 2 είδη προτεραιότητας. Ενδεικτικά, ανάμεσα στα σημαντικά ενδημικά είδη φυτών της περιοχής είναι η σαρκώδης ασπέρουλα (Asperula crassula), η μπελεβάλια της Σητείας (Bellevalia sitiaca), η καρλίνα της Σητείας (Carlina sitiensis) και το Lygeum spartum, ένα από σπανιότερα αγρωστώδη της Ελλάδας.
Εκτός της μεγάλης χλωριδικής σπουδαιότητας της περιοχής, μεγάλη οικολογική αξία έχουν και τα προστατευόμενα είδη αμφιβίων, ερπετών, ασπονδύλων και άλλων ζωικών ειδών.
Στις Διονυσάδες και στις απόκρημνες ακτές της Ελάσας φιλοξενείται μία από τις μεγαλύτερες αποικίες του μαυροπετρίτη (Falco eleonorae). Άλλα χαρακτηριστικά σημαντικά πτηνά που αναπαράγονται σε σημαντικούς αριθμούς στην περιοχή είναι οι αρτέμηδες (Calonectris diomedea), οι θαλασσοκόρακες (Phalacrocorax aristotelis desmarestii), οι αιγαιόγλαροι (Ichthyaetus aoudouinii) και o πετρίτης (Falco peregrinus).
Στη θαλάσσια περιοχή έχουμε παρουσία της μεσογειακής φώκιας (Monachus monachus), του ρινοδέλφινου (Tursiops truncatus), αλλά και του σπάνιου για την Κρήτη θαλάσσιου φυτού ρούππια η κηρώδης (Ruppia cirrhosa).

Τεκμηρίωση

1) Dafis, SP. A., 1985: The palm tree forest of Vai (Sitia - Crete). Arist. Univ. of Thessaloniki, Scient. Ann. For.Natur. Envir. KH(4): 140-152. (4.2, 4.3)

2) Institutre of Geology and Mineralogy of Greece. Geologic map of Sitia. (4.1)

3) Paragamian, K., personal data. (3.1, 4.2)

4) Kypriotakis, Z. personal data. (4.1, 4.2, 3.2, 3.3,

5) Mavrommatis, 1973. Ecology of the “Vai” palm forest of Crete (Phoenix theophrastii GR.). Dasos : 21-24. (4.1, 4.2)

6) Pennas, P., 1977. The climate of Crete. Ph.D. Thesis pp.105, Univ.Thessaloniki. (4.1)

7) SIAKAVARA,K., personal data (4.1, 4.2, 3.1, 3.2.c, )

8) Tsiourlis, G. personal data (3.1, 4.2)

9) Turland, N.J., L.Chilton, J.R.Rees, 1993. Flora of the cretan area. Annotated checklist and atlas. pp.439. (4.2, 3.3)

10) Vardinoyannis K., 1994. I viogeografia ton chersaion malakion tou notiou aigaiakou toxou. (Biogeography of land snails in the south aegean island arc). Ph.D. pp. Univ. of Athens. (4.1, 4.2, 3.3)

11) Wettstein O. v. 1953. Herpetologia Aegea. Sitz. ber. Oestrr. Akad. Wiss. Wien 162: 651-833. (3.3, 4.2)

12) Wettstein 1968. Zoologische Aufsammlungen auf kreta: Amphibien und Reptilien. Ann. Naturhist. Mus. Wien. 72:405-408. (3.3, 4.2)

13) Helelnic Society for the Study and Protection of the Monk Seal (HSSPMS). 1994. Continuation of establishment of a rescue network for orphan, wounded and sick seals and gathering of seal observations from the whole Greece. Function of the seal treatment and rehabilitation center in Alonnisos. Final Report. EU Contract No 4-3010 (92)7829, p 112. (3.2.c)

14) Damanakis M. & H. Scholz. 1990. Phytogeographical notes on the Poaceae of Greece. Willdenowia 19:413-423.

15) Georghiou K. 1995. Checklist of Endemic, Rare and Threatened Plants of Greece. Draft. University of Athens. (3.3, 3.4, 4.2)

16) Morgan V & C. Leon. 1992. Datasheets of Flora species for revision of Appendix I of the Bern Convention. Volume IV. endemic taxa of Cyprus, Greece and Turkey Nature and environment. Nature and Envrionment. No 63 p. 106. Council of Europe, Publishing and Documentaion Service, Strasbourg. (3.2.g.)

17) Boyec P. & K. Athanasiou. 1991. A new subspecies of Biarum tenuifolium (Araceae) from Crete. Flora Med. 1:5-13. (3.4)

18) Grimmet R.F.A. & T.A. Jones. 1989. The Important Bird Areas in Europe. ICBP Technical Publication No. 9, p. 906. (3.2.a.,b).

19) Hellenic Ornithological Society & National Agricultural Research Foundation. 1994. Survey and evaluation of Biotopes and investigation of the possibility for inclusion in the Community Network of Special Protection Areas according to the Article 4 of Directive 79/409/EC for the conservation of the wild birds. Phase A. Rapid ornithological assessment of 16 biotopes. ENVIREG Project. Ministry of Environment, Physical Planning and Public Works. Athens. p. 138. (3.2. a,b).

[CORINE BIOTOPES] (3.2.a.,b). 20) Bergmeier A. & P. Dimopoulos. 2003. The vegetation of islets in the Aegean and the relation between the occurrence of islet specialists, island size and grazing. Phytocoenologia 33 (2-3):447-474.

Αναφορά: Natura 2000 φόρμα δεδομένων (αγγλικά), έκδοση βάσης 7 Φεβ 2014